To συλλογικό τραύμα και οι συνέπειές του στις επόμενες γενιές

Ο όρος «τραύμα» προέρχεται από την ιατρική, η οποία αναγνωρίζει διάφορα είδη τραύματος, μεταξύ των οποίων και το ψυχολογικό. Χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει τις συνέπειες μιας κάκωσης στο σύνολο ενός οργανισμού από εξωτερική βία. Στο Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης οι Laplanche & Pontalis (1973) ορίζουν το τραύμα ως εξής:

«Συμβάν της ζωής ενός ατόμου, το οποίο ορίζεται από την ένταση του, από την αδυναμία του ατόμου να το αντιμετωπίσει κατά τρόπο κατάλληλο, και από τον συγκλονισμό και τις παθογόνες επιπτώσεις διάρκειας που επιφέρει στην ψυχική του οργάνωση» (σ. 503).

Το τραύμα ωστόσο δεν αποτελεί μόνο μια προσωπική υπόθεση. Υπάρχουν τραύματα που πλήττουν κατευθείαν το σύνολο των ατόμων μιας κοινωνίας όπως ένας πόλεμος, μια φυσική καταστροφή, μια τρομοκρατική ενέργεια ή μια οικονομική κρίση.

Συναισθηματικό και ψυχικά καταστροφικό τραύμα

Οι Zepf & Zepf (2008) σε μία πρόσφατη ανασκόπηση της θεωρίας του Φρόυντ γύρω από το τραύμα και την τραυματική νεύρωση διαχωρίζουν το τραύμα σε δύο κατηγορίες: το συναισθηματικό και το ψυχικά καταστροφικό. Το συναισθηματικό τραύμα συνδέεται με τη θεωρία που υιοθέτησε ο Φρόυντ σε σχέση με το ασυνείδητο και τους αμυντικούς  μηχανισμούς που οδηγούν  σε ψυχονεύρωση. Σε αντιδιαστολή, το ψυχικά καταστροφικό τραύμα που επιφέρουν, για παράδειγμα, τα εγκλήματα πολέμου παραμένει ένα «ξένο σώμα» στον ψυχισμό του ατόμου παραλύοντας τις λειτουργίες του εγώ που καταστέλλουν την οποιαδήποτε επεξεργασία και συμβολοποίηση. Το κατά Φρόυντ (1920) προστατευτικό στρώμα ή αλεξιδιεγερτικό έχει υποστεί ολική ρήξη. Η διεγερτική αυτή κατάσταση παραπέμπει στο τραύμα της γέννησης, συνθήκη στην οποία εγγράφονται μόνο γυμνά ερεθίσματα και δεν υπάρχει καμία δυνατότητα άμυνας ή ψυχικής επεξεργασίας  (Φρόυντ 1926).

Συλλογικό τραύμα και η μεταβίβαση του στις επόμενες γενιές

Οι μεγάλες καταστροφές που συντελούνται από τον άνθρωπο- όπως για παράδειγμα το ολοκαύτωμα, ένας πόλεμος με παρατεταμένες καταστροφικές συνέπειες, μια τρομοκρατική επίθεση ή πολιτικές και εθνικές εκδιώξεις- χρησιμοποιούν συγκεκριμένες μεθόδους αποκτήνωσης για να εκμηδενίσουν την ιστορική και κοινωνική υπόσταση του ανθρώπινου είδους (Bohleber, 2007). Οι τραυματικές εμπειρίες που επιφέρουν είναι σχεδόν αδύνατον να απαρτιωθούν σε μια αφηγηματική μνήμη. Κατά τους Van der Kolk et al. «αυτό συνεπάγεται ένα μη συμβολικό, άκαμπτο και αναλλοίωτο περιεχόμενο των τραυματικών μνημών» που μεταφέρονται και στις επόμενες γενιές. Κατά τη Χατζηανδρέου (2012) οι επόμενες γενιές προσπαθούν ασυνείδητα να λύσουν τα τραύματα μέσω του καταναγκασμού της επανάληψης, «επαναφέροντας το τραύμα σε μορφές έκφρασης που εμπεριέχουν την τραχύτητα και την υλικότητα της πρώτης του εκδοχής» (σ. 371). Στις ιστορίες ασθενών των οποίων οι παππούδες υπέστησαν τις συνέπειες του καταστροφικού τραύματος παρατηρείται μια ασυνείδητη επανάληψη του τραύματος στην προσωπική τους ζωή έστω και αν οι ίδιοι δεν ήταν γεννημένοι όταν οι πρόγονοι τους υπέστησαν τα «πραγματικά» τραύματα.

Ο Bohleber (2007), προτείνει τη συγκρότηση ενός ευρέος πλαισίου μέσω του οποίου η ιστορική αλήθεια των τραυμάτων των μεγάλων καταστροφών μπορεί να συζητηθεί σε συλλογικό επίπεδο. Χρειάζεται κανείς να ακούσει και να ξανά ακούσει τα θύματα να μιλούν για τις εμπειρίες τους ούτως ώστε να μην χαθούν τα στοιχεία της καταστροφής  και του τραύματος στη διαδικασία της ταξινόμησης των γεγονότων από τους ιστορικούς. Αναφερόμενος στη Γερμανία του Χίτλερ, ο συγγραφέας κάνει λόγο για τη δυσκολία μιας ολόκληρης κοινωνίας να αντιμετωπίσει τα θέματα ενοχής που σχετίζονται με τον δεσμό της με τον Χίτλερ. Για παράδειγμα, άνθρωποι  που συμμετείχαν ως αυτουργοί ή υποστηριχτές του εθνικό- σοσιαλισμού αναδείχτηκαν αργότερα ως θύματα και η συμβολή τους στην καταστροφή πέρασε σε μια συλλογική άρνηση.

Στην Ελλάδα, η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών μπορεί να θεωρηθεί ένα εκ νέου τραύμα το οποίο βλάπτει την κοινωνία σε συλλογικό επίπεδο. Το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων έχει υποστεί πλήγμα, ομάδες ανθρώπων έχουν περάσει στην εξαθλίωση, οι αυτοκτονίες έχουν αυξηθεί και η χώρα έχει υποστεί έναν διεθνή εξευτελισμό. Τα οικονομικά και πολιτικά αίτια της κρίσης έχουν αναλυθεί ποικιλοτρόπως τα τελευταία χρόνια και είναι πέραν του σκοπού αυτού του άρθρου να επεξηγηθούν. Φαίνεται ωστόσο ότι  κάτι «χάνεται» στην οικονομικό- πολιτική επεξεργασία. Και αυτό ίσως συμβαίνει γιατί το εν λόγω τραύμα (η οικονομική  κρίση) θα μπορούσε να  συνδέεται με ιστορικά γεγονότα από το παρελθόν τα οποία επιστρέφουν στο συλλογικό ασυνείδητο σαν τραύματα που δεν έχουν επιλυθεί. Από την πρόσφατη ελληνική ιστορία, τόσο η Μικρασιατική καταστροφή, όσο η Γερμανική κατοχή και ο εμφύλιος που την ακολούθησε υπήρξαν τραυματικές στιγμές για τη χώρα με απώλεια ζωής, παρατεταμένης αίσθησης του τρόμου για ολικό αφανισμό, φυσική και κοινωνική εξαθλίωση και απώλεια των κοινωνικών δεσμών (Χατζηανδρέου, σ. 374). Άραγε δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε ότι μέσω του καταναγκασμού της επανάληψης, τα φαντάσματα των άλυτων τραυμάτων του παρελθόντος επανέρχονται για να στοιχειώσουν;

Η αδυναμία της κοινωνίας να επεξεργαστεί παλιές πληγές που κληροδότησαν οι προηγούμενες γενιές, φαίνεται ότι οδηγούν στους ίδιους αμυντικούς μηχανισμούς:  στη διχοτόμηση (δεξιά – αριστερά, μνημόνιο- αντιμνημόνιο, ΝΑΙ/ΟΧΙ στην Ευρώπη) την εξιδανίκευση (πχ, του ηγέτη που θα δώσει «ολική λύση») την προβολή  (της ευθύνης σε κάποιον τρίτο, πχ οι ξένοι που «βάλλουν» τη χώρα). Οι άμυνες αυτές-παρουσιάζονται ως ιδεολογίες οι οποίες χρησιμοποιούνται για να καλύψουν τη σκέψη και το πένθος που εκκρεμεί από παλιά. Γράφει ο Μανωλόπουλος (2011):

«Οι ιδεολογίες έχουν τη δύναμη να επηρεάζουν τις διεργασίες των ψυχικών μετασχηματισμών, διότι τα ανεπεξέργαστα βιώματα αναζητούν διαρκώς έναν συγγραφέα για να τους δώσει ένα πλαίσιο αναφοράς για να παρουσιαστούν, να υπάρξουν στην πραγματικότητα, να προσωποποιηθούν» (σ.87)

Στο ατομικό επίπεδο, οι τραυματισμένοι ασθενείς τις περισσότερες φορές δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τα δικά τους αρνητικά συναισθήματα. Έχοντας υποστεί τις καταιγιστικές επιπτώσεις ενός βίαιου τραυματισμού, τρομοκρατούνται στην ιδέα ότι μπορεί και ένα δικό τους κομμάτι να είναι επιθετικό και βίαιο. Σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν τον εαυτό τους από μια τέτοια συνειδητοποίηση, μπορεί να προβάλλουν την επιθετικότητα σε κάποιον ένοχο τρίτο. Η αποτυχία της αναγνώρισης των δικών τους επιθετικών παρορμήσεων τους καθηλώνει στη θέση του χρόνιου θύματος, αυξάνοντας συχνά το κίνδυνο του επανατραυματισμού.

Έτσι και στο συλλογικό επίπεδο, η χώρα δείχνει να καθηλώνεται στη θέση του θύματος που δυσκολεύεται να δει τη δική της συμβολή στα πεπραγμένα και κατ’ επέκταση αδυνατεί να προχωρήσει. Η επεξεργασία του ιστορικού συλλογικού τραύματος μέσα από τον δημόσιο διάλογο σε ένα ευρύ πλαίσιο θα έδινε ενδεχομένως χώρο στη δημιουργική σκέψη, το συναίσθημα και το όραμα σε μια κοινωνία που φαίνεται ότι  τα έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.

Βιβλιογραφία

Bohleber, W. (2007). Rememberance, Trauma and Collective Memory, International Journal of Psychoanalysis 88: 329-352

Freud, S. (1893). On the physical mechanism of hysterical phenomena: a lecture. Standard Edition 3

Freud, S. (1920). Beyond the pleasure principle. Standard Edition 18: 1-64

Freud, S. (1926). Inhibitions, Symptoms and Anxiety. Standard Edition 20

Laplanche, J – Pontalis. J-B. (1973) To λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης. Αθήνα: Εκδόσεις Κέδρος 1986.

Zepf, S & Zepf, F.D. (2008). Trauma and Traumatic Neurosis: Freud’s concepts revisited. International Journal of Psychoanalysis 89: 331-353

Μανωλόπουλος, Σ. (2011). ‘Ιδεολογία και πραγματικότητα’ (σ.87). «Ψυχικοί Δεσμοί, Κοινωνικοί Δεσμοί». Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Χατζηανδρέου, Μ. (2012). Διαγενεολογικό Τραύμα και Ιδεολογία. Οιδίπους 8: 371-380

Πηγή: www.lapsus.gr

Σχολιάστε